Napuštění v řečtině
Překlad: napuštění, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
κορεσμός, γονιμοποίηση, εμπότιση, εμποτισμού, εμποτισμό, εμποτισμός
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: napuštění
napuštění akvária, napuštění antonyma, napuštění bazénu, napuštění betonu, napuštění bojleru, napuštění jazykový slovník řečtina, napuštění v řečtině
Překlady
- napuchnout v řečtině - πρήζω, φουσκώνω, εξογκώνω, bloat, φούσκωμα, μετεωρισμού, μετεωρισμός
- napustit v řečtině - μουσκεύω, γεμίζω, εμποτισμό, τον εμποτισμό, εμποτισμό του, τον εμποτισμό του, εμποτισμός
- napájení v řečtině - παρέχω, προμήθεια, παροχή, χορήγηση, ισχύς, εξουσία, δύναμη, ...
- napájet v řečtině - ταΐζω, σιτίζω, τροφοδοτώ, ισχύς, εξουσία, δύναμη, ισχύος, ...
Náhodná slova
Napuštění v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: κορεσμός, γονιμοποίηση, εμπότιση, εμποτισμού, εμποτισμό, εμποτισμός
Překlady: κορεσμός, γονιμοποίηση, εμπότιση, εμποτισμού, εμποτισμό, εμποτισμός