Nashromáždit v řečtině
Překlad: nashromáždit, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
περισυλλέγω, μαζεύω, συγκεντρώνομαι, συλλέγω, συσσωρεύω, μαζεύομαι, αποθησαυρίζω, συσσωρεύονται, συσσωρεύουν, συσσωρεύεται, συσσωρευτούν, συσσωρευτεί
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: nashromáždit
nashromáždit antonyma, nashromáždit gramatika, nashromáždit křížovka, nashromáždit pravopis, nashromáždit synonymum, nashromáždit jazykový slovník řečtina, nashromáždit v řečtině
Překlady
- nasednout v řečtině - όρος, αυξάνομαι, επιβιβάζομαι, ανεβαίνω, σανίδα, βουνό, ξαναμοντάρω, ...
- nasekat v řečtině - τεμαχίζω, κιμάς, νικώ, κόβω, μαστιγώνω, κόψιμο, τσεκουριά, ...
- naskicovat v řečtině - σκίτσο, σκαρίφημα, σχεδιάγραμμα, σχεδίασμα
- naskočit v řečtině - πηδώ, hop σε, hop on, λυκίσκου σε, λυκίσκου για, επιβιβαστείτε στο
Náhodná slova
Nashromáždit v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: περισυλλέγω, μαζεύω, συγκεντρώνομαι, συλλέγω, συσσωρεύω, μαζεύομαι, αποθησαυρίζω, συσσωρεύονται, συσσωρεύουν, συσσωρεύεται, συσσωρευτούν, συσσωρευτεί
Překlady: περισυλλέγω, μαζεύω, συγκεντρώνομαι, συλλέγω, συσσωρεύω, μαζεύομαι, αποθησαυρίζω, συσσωρεύονται, συσσωρεύουν, συσσωρεύεται, συσσωρευτούν, συσσωρευτεί