Neurčitý v řečtině

Překlad: neurčitý, Slovník: čeština » řečtina

Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
ομιχλώδης, αβέβαιος, αμυδρός, θαμπός, αμφίβολος, θολωμένος, διστακτικός, θολός, ασαφής, αόριστο, απροσδιόριστο, αόριστη, απροσδιόριστη
Neurčitý v řečtině
Příbuzná slova
Jiné jazyky

Příbuzná slova: neurčitý

neurčitý antonyma, neurčitý gramatika, neurčitý integrál, neurčitý integrál definice, neurčitý integrál příklady, neurčitý jazykový slovník řečtina, neurčitý v řečtině

Překlady

  • neurvalý v řečtině - αγροίκος, βάρβαρος, κτηνώδης, θηριώδης, αγενής, άγριος, κατσούφης, ...
  • neurčitost v řečtině - αβεβαιότητα, αβεβαιότητας, η αβεβαιότητα, ανασφάλεια, την αβεβαιότητα
  • neuspořádaný v řečtině - ανώμαλο, άτακτος, ανώμαλος, χαώδης, ακατάστατος, χωρίς παραγγελία
  • neustále v řečtině - συνεχώς, διαρκώς, σταθερά, συνεχή, συνέχεια
Náhodná slova
Neurčitý v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: ομιχλώδης, αβέβαιος, αμυδρός, θαμπός, αμφίβολος, θολωμένος, διστακτικός, θολός, ασαφής, αόριστο, απροσδιόριστο, αόριστη, απροσδιόριστη