Očko v řečtině

Překlad: očko, Slovník: čeština » řečtina

Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
οφθαλμός, κρίκος, συνδέω, μάτι, μικρή οπή, θηλιά, οπή, κρίκο, κρίκο σύνδεσης
Očko v řečtině
Příbuzná slova
Jiné jazyky

Příbuzná slova: očko

hitparáda, hitparáda očko, hity očko, ocko, očko antonyma, očko jazykový slovník řečtina, očko v řečtině

Překlady

  • očividný v řečtině - εναργής, έκδηλος, εμφανής, φανερός, προφανής, ορατός, φαινομενικός, ...
  • očištění v řečtině - εκκενώνω, καθαρισμού, καθαρισμός, καθαρισμό, τον καθαρισμό, καθαριστικό
  • očkovat v řečtině - εμβολιάζω, μόσχευμα, μπολιάζω, εμβολιασμό, εμβολιάσει, εμβολιάζουν, εμβολιάσουν, ...
  • očkování v řečtině - εμβολιασμός, εμβόλιο, εμβολιασμού, εμβολιασμό, τον εμβολιασμό, ο εμβολιασμός
Náhodná slova
Očko v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: οφθαλμός, κρίκος, συνδέω, μάτι, μικρή οπή, θηλιά, οπή, κρίκο, κρίκο σύνδεσης