Očkovat v řečtině
Překlad: očkovat, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
εμβολιάζω, μόσχευμα, μπολιάζω, εμβολιασμό, εμβολιάσει, εμβολιάζουν, εμβολιάσουν, τον εμβολιασμό
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: očkovat
očkovat ano či ne, očkovat antonyma, očkovat gramatika, očkovat křížovka, očkovat nebo ne, očkovat jazykový slovník řečtina, očkovat v řečtině
Překlady
- očištění v řečtině - εκκενώνω, καθαρισμού, καθαρισμός, καθαρισμό, τον καθαρισμό, καθαριστικό
- očko v řečtině - οφθαλμός, κρίκος, συνδέω, μάτι, μικρή οπή, θηλιά, οπή, ...
- očkování v řečtině - εμβολιασμός, εμβόλιο, εμβολιασμού, εμβολιασμό, τον εμβολιασμό, ο εμβολιασμός
- očnice v řečtině - τροχιά, τροχιά γύρω, τροχιά γύρω από, σε τροχιά, σε τροχιά γύρω
Náhodná slova
Očkovat v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: εμβολιάζω, μόσχευμα, μπολιάζω, εμβολιασμό, εμβολιάσει, εμβολιάζουν, εμβολιάσουν, τον εμβολιασμό
Překlady: εμβολιάζω, μόσχευμα, μπολιάζω, εμβολιασμό, εμβολιάσει, εμβολιάζουν, εμβολιάσουν, τον εμβολιασμό