Ošetřovatel v řečtině
Překlad: ošetřovatel, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
βάγια, νοσοκόμα, φύλακας, τερματοφύλακα, τερματοφύλακα και, αντίπαλο τερματοφύλακα, μπάλα
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: ošetřovatel
ošetřovatel antonyma, ošetřovatel film, ošetřovatel gramatika, ošetřovatel koní, ošetřovatel koní v zahraničí, ošetřovatel jazykový slovník řečtina, ošetřovatel v řečtině
Překlady
- ošetřit v řečtině - ντύνομαι, κέρασμα, φόρεμα, θεραπεύω, μεταχειρίζομαι, κερνώ, παραβρίσκομαι, ...
- ošetřovat v řečtině - μεταχειρίζομαι, επιμελούμαι, βάγια, παραβρίσκομαι, κέρασμα, θεραπεύω, κερνώ, ...
- ošidit v řečtině - βλάκας, ξεγελώ, κλέβω, τρικ, τζόκεϊ, αναβάτης, κόλπο, ...
- ošidný v řečtině - απατηλός, πονηρός, δύσκολος, παραπλανητικός, παραπλανητικές, παραπλανητικό, παραπλανητική, ...
Náhodná slova
Ošetřovatel v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: βάγια, νοσοκόμα, φύλακας, τερματοφύλακα, τερματοφύλακα και, αντίπαλο τερματοφύλακα, μπάλα
Překlady: βάγια, νοσοκόμα, φύλακας, τερματοφύλακα, τερματοφύλακα και, αντίπαλο τερματοφύλακα, μπάλα