Obsluhovat v řečtině

Překlad: obsluhovat, Slovník: čeština » řečtina

Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
επιμελούμαι, εγχειρίζω, λειτουργώ, υπηρετώ, περιποιούμαι, παρακολουθώ, παραβρίσκομαι, λειτουργούν, λειτουργεί, λειτουργία, λειτουργήσει, λειτουργίας
Obsluhovat v řečtině
Příbuzná slova
Jiné jazyky

Příbuzná slova: obsluhovat

ako obsluhovat, obsluhovat anglicky, obsluhovat antonyma, obsluhovat gramatika, obsluhovat hry, obsluhovat jazykový slovník řečtina, obsluhovat v řečtině

Překlady

  • obsloužit v řečtině - υπηρετώ, θαλαμηπόλος, εξυπηρετούν, εξυπηρετήσει, εξυπηρετεί, χρησιμεύσει, χρησιμεύουν
  • obsluha v řečtině - εγχείρηση, μεταχείριση, σέρβις, λειτουργία, υπηρεσία, προσωπικό, μερίδα, ...
  • obstarat v řečtině - εφοδιάζω, παρέχω, προμηθεύω, προνοώ, προμηθεύονται, προμήθεια, προμηθευτούν, ...
  • obstarávat v řečtině - προμηθεύω, παρέχω, προμήθεια, παροχή, εφοδιάζω, χορήγηση, καλύψουν, ...
Náhodná slova
Obsluhovat v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: επιμελούμαι, εγχειρίζω, λειτουργώ, υπηρετώ, περιποιούμαι, παρακολουθώ, παραβρίσκομαι, λειτουργούν, λειτουργεί, λειτουργία, λειτουργήσει, λειτουργίας