Obstavení v řečtině
Překlad: obstavení, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
κατάσχεση, σύνδεση, συνημμένο, προσάρτησης, προσκόλληση
Jiné jazyky
Příbuzná slova: obstavení
obstavení antonyma, obstavení gramatika, obstavení křížovka, obstavení majetku, obstavení platu, obstavení jazykový slovník řečtina, obstavení v řečtině
Překlady
- obstarat v řečtině - εφοδιάζω, παρέχω, προμηθεύω, προνοώ, προμηθεύονται, προμήθεια, προμηθευτούν, ...
- obstarávat v řečtině - προμηθεύω, παρέχω, προμήθεια, παροχή, εφοδιάζω, χορήγηση, καλύψουν, ...
- obstojný v řečtině - διαβατός, μέτριος, υποφερτός, ανεκτός, αξιοσέβαστος, αξιοσέβαστη, σεβαστό, ...
- obstoupit v řečtině - περικυκλώνω, πλαισίωση, πλαισιώνω, surround, περιβάλλοντος, περιβάλλοντα, περιβάλλουν, ...
Náhodná slova
Obstavení v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: κατάσχεση, σύνδεση, συνημμένο, προσάρτησης, προσκόλληση
Překlady: κατάσχεση, σύνδεση, συνημμένο, προσάρτησης, προσκόλληση