Obyvatelstvo v řečtině
Překlad: obyvatelstvo, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
άνθρωποι, άνθρωπος, πληθυσμός, κόσμος, πληθυσμού, πληθυσμό, του πληθυσμού, τον πληθυσμό
Jiné jazyky
Příbuzná slova: obyvatelstvo
obyvatelstvo afriky, obyvatelstvo ameriky, obyvatelstvo antonyma, obyvatelstvo asie, obyvatelstvo evropy, obyvatelstvo jazykový slovník řečtina, obyvatelstvo v řečtině
Překlady
- obyvatel v řečtině - κάτοικος, μόνιμος, κάτοχος, τρόφιμος, κατοικούν, διαμένουν, κάτοικο, ...
- obyvatelný v řečtině - κατοικήσιμος, υποφερτός, βιωτή, βιώσιμο, καταστούν βιώσιμες, υποφερτή
- obyčej v řečtině - χρησιμοποιώ, συνήθεια, χρήση, πρακτική, άσκηση, έθιμο, τρόπος, ...
- obyčejný v řečtině - αγροίκος, απλός, μέτριος, ασήμαντος, χυδαίος, πεδιάδα, βάναυσος, ...
Náhodná slova
Obyvatelstvo v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: άνθρωποι, άνθρωπος, πληθυσμός, κόσμος, πληθυσμού, πληθυσμό, του πληθυσμού, τον πληθυσμό
Překlady: άνθρωποι, άνθρωπος, πληθυσμός, κόσμος, πληθυσμού, πληθυσμό, του πληθυσμού, τον πληθυσμό