Odcestovat v řečtině
Překlad: odcestovat, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
αναχωρούν, αναχωρήσει, αποκλίνουν, αναχωρούμε, αναχωρήσουν
Jiné jazyky
Příbuzná slova: odcestovat
chci cestovat, kam odcestovat, odcestovat antonyma, odcestovat do anglie, odcestovat do kanady, odcestovat jazykový slovník řečtina, odcestovat v řečtině
Překlady
- odběr v řečtině - λήψη, κατανάλωση, κατανάλωσης, την κατανάλωση, της κατανάλωσης, κατανάλωση από
- odběratel v řečtině - μουστερής, χρήστης, πελάτης, αγοραστής, συνδρομητής, καταναλωτής, συνδρομητή, ...
- odchlíplý v řečtině - μπόσικος, λάσκος, χαλαρός, λυτός, τραβώντας, τράβηγμα, αμυντικών, ...
- odchod v řečtině - απόκλιση, έξοδος, αποστράτευση, ανάληψη, αποχώρηση, αναχώρηση, αναχώρησης, ...
Náhodná slova
Odcestovat v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: αναχωρούν, αναχωρήσει, αποκλίνουν, αναχωρούμε, αναχωρήσουν
Překlady: αναχωρούν, αναχωρήσει, αποκλίνουν, αναχωρούμε, αναχωρήσουν