Odepřít v řečtině
Překlad: odepřít, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
κλίνω, μαρασμός, ξεπεσμός, παρακρατήσει, να παρακρατήσει, παρακρατούν, παρακρατεί, αρνηθεί
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: odepřít
odepřít antonyma, odepřít gramatika, odepřít křížovka, odepřít místní přihlášení, odepřít plnění, odepřít jazykový slovník řečtina, odepřít v řečtině
Překlady
- odepsat v řečtině - ανταπαντώ, αντίλογος, απαντώ, διαγραφή, διαγράψουν, διαγράψει, τη διαγραφή, ...
- odepření v řečtině - άρνηση, άρνησης, την άρνηση, η άρνηση, της άρνησης
- odeslat v řečtině - εμπρός, μπρος, στέλνω, μπροστινός, μεταδίδω, αποστέλλω, απολύω, ...
- odeslání v řečtině - αποστολή, έμβασμα, αποστολής, την αποστολή, της αποστολής
Náhodná slova
Odepřít v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: κλίνω, μαρασμός, ξεπεσμός, παρακρατήσει, να παρακρατήσει, παρακρατούν, παρακρατεί, αρνηθεί
Překlady: κλίνω, μαρασμός, ξεπεσμός, παρακρατήσει, να παρακρατήσει, παρακρατούν, παρακρατεί, αρνηθεί