Odkapávat v řečtině
Překlad: odkapávat, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
στάζω, καταβρέχω, σταλάζω, σταγόνα, στάγδην, στάλαξης, ενστάλαξη, στάζει
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: odkapávat
odkapávat antonyma, odkapávat gramatika, odkapávat křížovka, odkapávat pravopis, odkapávat synonymum, odkapávat jazykový slovník řečtina, odkapávat v řečtině
Překlady
- odjezd v řečtině - απόκλιση, αναχώρηση, αρχή, ξεκίνημα, αρχίζω, ξεκινώ, αναχώρησης, ...
- odjíždět v řečtině - φεύγω, παραιτούμαι, παρατάω, άδεια, φύγω, αφήσει, αφήνουν, ...
- odkaz v řečtině - αναφορά, αναγωγή, κληρονομιά, σύνδεσμος, δεσμός, σύνδεση, σύνδεσμο, ...
- odklad v řečtině - καθυστέρηση, ανάπαυλα, εναιώρημα, ανάρτηση, εκκρεμότητα, ανακοπή, αναστολή, ...
Náhodná slova
Odkapávat v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: στάζω, καταβρέχω, σταλάζω, σταγόνα, στάγδην, στάλαξης, ενστάλαξη, στάζει
Překlady: στάζω, καταβρέχω, σταλάζω, σταγόνα, στάγδην, στάλαξης, ενστάλαξη, στάζει