Odpálit v řečtině

Překlad: odpálit, Slovník: čeština » řečtina

Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
εκτινάσσω, εξαπολύω, φωτιά, απολύω, καθελκύω, βλαστός, εκτοξεύω, πυροβολώ, πυρκαγιά, εκπυρσοκροτώ, εκραγεί, πυροδοτήσει, εκρήγνυται, εκρήγνυνται
Odpálit v řečtině
Příbuzná slova
Jiné jazyky

Příbuzná slova: odpálit

odpálit antonyma, odpálit gramatika, odpálit křížovka, odpálit pravopis, odpálit synonymum, odpálit jazykový slovník řečtina, odpálit v řečtině

Překlady

  • odpykat v řečtině - εξιλεώνομαι, εξαργυρώνω, εξαγοράσει, εξαργυρώσετε, εξαργυρώνουν, εξαργυρώσουν
  • odpykání v řečtině - σερβίρισμα, εξυπηρετούν, που εξυπηρετούν, που σερβίρει, υπηρετούν
  • odpírat v řečtině - κλίνω, ξεπεσμός, μαρασμός, αντιταχθεί, αντιτίθενται, αντιταχθούν, αντίθετοι, ...
  • odpůrce v řečtině - εχθρός, αντίπαλος, ερωτώμενος, εναγόμενο, εναγόμενος, καθού, αναιρεσίβλητη
Náhodná slova
Odpálit v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: εκτινάσσω, εξαπολύω, φωτιά, απολύω, καθελκύω, βλαστός, εκτοξεύω, πυροβολώ, πυρκαγιά, εκπυρσοκροτώ, εκραγεί, πυροδοτήσει, εκρήγνυται, εκρήγνυνται