Odstartovat v řečtině
Překlad: odstartovat, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
ξεκίνημα, αρχίζω, αρχή, ξεκινώ, εκκίνηση, έναρξη, έναρξης
Jiné jazyky
Příbuzná slova: odstartovat
odstartovat antonyma, odstartovat gramatika, odstartovat křížovka, odstartovat pravopis, odstartovat synonymum, odstartovat jazykový slovník řečtina, odstartovat v řečtině
Překlady
- odsouzení v řečtině - ψέγω, καταδίκη, πεποίθηση, κολασμός, καταδικάζω, κόλαση, κατακρίνω, ...
- odsouzený v řečtině - καταδικάζω, κατάδικος, καταδικασμένος, καταδικαστεί, έχουν καταδικαστεί, καταδικάστηκε, καταδικάστηκαν, ...
- odstavec v řečtině - ρήτρα, τμήμα, κομμάτι, πράγμα, τομή, παράγραφος, άρθρο, ...
- odstavit v řečtině - αποκόβω, αποσπώ, απογαλακτίζω, ξεκόβω, απογαλακτίσει, απογαλακτίσουν, απογαλακτίζουν
Náhodná slova
Odstartovat v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: ξεκίνημα, αρχίζω, αρχή, ξεκινώ, εκκίνηση, έναρξη, έναρξης
Překlady: ξεκίνημα, αρχίζω, αρχή, ξεκινώ, εκκίνηση, έναρξη, έναρξης