Odvolávat v řečtině

Překlad: odvolávat, Slovník: čeština » řečtina

Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
έφεση, επικαλούμαι, αναφέρομαι, παραπέμπω, τραβώ, επικαλούνται, επικαλεστεί, να επικαλεστεί, επικαλεσθεί, επικαλεστούν
Odvolávat v řečtině
Příbuzná slova
Jiné jazyky

Příbuzná slova: odvolávat

odvolávat antonyma, odvolávat gramatika, odvolávat křížovka, odvolávat pravopis, odvolávat se, odvolávat jazykový slovník řečtina, odvolávat v řečtině

Překlady

  • odvolatelný v řečtině - μετακλητός, ανακλητός, ανακλητή, ανακλητά, ανακλητό
  • odvolání v řečtině - ανάληψη, αναγωγή, καταργώ, έφεση, ακύρωση, τραβώ, αναφορά, ...
  • odvozenina v řečtině - παράγωγος, παραγωγό, παράγωγο, παραγώγου, παράγωγα, παραγώγων
  • odvození v řečtině - επαγωγή, έκπτωση, συμπέρασμα, συναχθεί, συμπερασμού, συναγωγή, συμπεράσματος
Náhodná slova
Odvolávat v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: έφεση, επικαλούμαι, αναφέρομαι, παραπέμπω, τραβώ, επικαλούνται, επικαλεστεί, να επικαλεστεί, επικαλεσθεί, επικαλεστούν