Ohnout v řečtině

Překlad: ohnout, Slovník: čeština » řečtina

Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
καμπύλη, στροφή, καμπυλώνεται, κόμπος, πτυχή, γάντζος, διπλώνω, μαρασμός, απατεώνας, σκύβω, καμπυλώνω, φιόγκος, κάμπτω, κλίνω, άγκιστρο, κυρτώνω, κάμψη, κάμψης, καμπή, καμπής
Ohnout v řečtině
Příbuzná slova
Jiné jazyky

Příbuzná slova: ohnout

ohnout ale ne zlomit, ohnout antonyma, ohnout drevo, ohnout gramatika, ohnout hřbet, ohnout jazykový slovník řečtina, ohnout v řečtině

Překlady

  • ohnivě v řečtině - heatedly, ζέση
  • ohniště v řečtině - πυροβολώ, πυρκαγιά, τζάκι, φούρνος, κλίβανος, φωτιά, απολύω, ...
  • ohnutí v řečtině - κάμψη, κάμψης, την κάμψη, κάμψη του, κάμψεως
  • ohnutý v řečtině - στραβός, κλίση, λυγισμένο, λυγισμένα, κάμπτεται, καμφθεί
Náhodná slova
Ohnout v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: καμπύλη, στροφή, καμπυλώνεται, κόμπος, πτυχή, γάντζος, διπλώνω, μαρασμός, απατεώνας, σκύβω, καμπυλώνω, φιόγκος, κάμπτω, κλίνω, άγκιστρο, κυρτώνω, κάμψη, κάμψης, καμπή, καμπής