Okysličování v řečtině
Překlad: okysličování, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
οξυγόνωση, οξείδωση, ΟΞΕΙΔΩΣΗ, ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΗ ΟΞΕΙΔΩΣΗ, οξείδωσης, οξειδώσεως
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: okysličování
okysličování akvária, okysličování antonyma, okysličování gramatika, okysličování jezírka, okysličování krve, okysličování jazykový slovník řečtina, okysličování v řečtině
Překlady
- okysličení v řečtině - οξυγόνωση, οξείδωση, οξείδωσης, οξειδώσεως, την οξείδωση, η οξείδωση
- okysličovat v řečtině - αερίζω, οξειδώνω, οξειδώνουν, την οξείδωση, οξειδώσει, οξειδώνει
- okázalost v řečtině - παρουσιάζω, εκθέτω, οθόνη, επιδαψίλευση, δείχνω, εμφαίνω, παράσταση, ...
- okázalý v řečtině - επιδεικτικός, ξιπασμένος, φιγουρατζής, φανταχτερά, ελκυστικά, showy, αλαζονική
Náhodná slova
Okysličování v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: οξυγόνωση, οξείδωση, ΟΞΕΙΔΩΣΗ, ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΗ ΟΞΕΙΔΩΣΗ, οξείδωσης, οξειδώσεως
Překlady: οξυγόνωση, οξείδωση, ΟΞΕΙΔΩΣΗ, ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΗ ΟΞΕΙΔΩΣΗ, οξείδωσης, οξειδώσεως