Onemocnění v řečtině
Překlad: onemocnění, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
πάθηση, αταξία, στοργή, ασθένεια, τρυφερότητα, ακαταστασία, διαταραχή, νόσος, αρρώστια, ασθένειας, ασθένειες, ασθενείας
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: onemocnění
autoimunitní onemocnění, bakteriální onemocnění, infekční onemocnění, kožní onemocnění, nemoc, onemocnění jazykový slovník řečtina, onemocnění v řečtině
Překlady
- ondulace v řečtině - κύμα, περμανάντ, Perm, Περμ, Επιτρεπόμενη ένταση, Επιτρεπόμενη
- ondulovat v řečtině - κύμα, περμανάντ, Perm, Περμ, Επιτρεπόμενη ένταση, Επιτρεπόμενη
- onen v řečtině - εκείνος, που, ότι, ότι η, ώστε, ότι οι
- ono v řečtině - αυτό, το, να, είναι, ότι
Náhodná slova
Onemocnění v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: πάθηση, αταξία, στοργή, ασθένεια, τρυφερότητα, ακαταστασία, διαταραχή, νόσος, αρρώστια, ασθένειας, ασθένειες, ασθενείας
Překlady: πάθηση, αταξία, στοργή, ασθένεια, τρυφερότητα, ακαταστασία, διαταραχή, νόσος, αρρώστια, ασθένειας, ασθένειες, ασθενείας