Operovat v řečtině
Překlad: operovat, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
λειτουργώ, εγχειρίζω, λειτουργούν, λειτουργεί, λειτουργία, λειτουργήσει, λειτουργίας
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: operovat
operovat abz, operovat antonyma, operovat gramatika, operovat hry, operovat koleno hry, operovat jazykový slovník řečtina, operovat v řečtině
Překlady
- operační v řečtině - λειτουργικός, χειρουργικός, λειτουργίας, λειτουργικές, λειτουργικό, λειτουργικών, λειτουργικά
- opereta v řečtině - οπερέττα, οπερέτα, οπερέτας, οπερέτα του, οπερέτας του
- operátor v řečtině - χειριστής, επιχειρηματίας, διαχειριστής, φορέα, χειριστή
- opevnění v řečtině - οχύρωση, οχύρωσης, οχυρωματικό, οχυρωματικά, οχυρωματικού
Náhodná slova
Operovat v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: λειτουργώ, εγχειρίζω, λειτουργούν, λειτουργεί, λειτουργία, λειτουργήσει, λειτουργίας
Překlady: λειτουργώ, εγχειρίζω, λειτουργούν, λειτουργεί, λειτουργία, λειτουργήσει, λειτουργίας