Opovržlivě v řečtině

Překlad: opovržlivě, Slovník: čeština » řečtina

Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
περιφρονητικά, περιφρόνηση, με περιφρόνηση, περιφρονητικό, απαξιωτικά
Opovržlivě v řečtině
Jiné jazyky

Příbuzná slova: opovržlivě

opovržlivě antonyma, opovržlivě gramatika, opovržlivě křížovka, opovržlivě pravopis, opovržlivě synonymum, opovržlivě jazykový slovník řečtina, opovržlivě v řečtině

Překlady

  • opovržení v řečtině - περιφρόνηση, περιφρονώ, καταφρόνια, περιφρόνησης, την περιφρόνηση, καταφρόνηση, περιφρόνησή
  • opovržlivý v řečtině - περιφρονητικός, χλευαστικός, καταφρονητικός, περιφρονητική, περιφρονητικό, περιφρονείτε
  • opovážlivost v řečtině - τόλμη, τόλμημα, αναίδεια, θράσος, θρασύτητα, η θρασύτητα, την αναίδεια
  • opozdilec v řečtině - latecomer, που προσέρχε- ται καθυστερημένα, προσέρχε- ται καθυστερημένα
Náhodná slova
Opovržlivě v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: περιφρονητικά, περιφρόνηση, με περιφρόνηση, περιφρονητικό, απαξιωτικά