Orientovat v řečtině
Překlad: orientovat, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
προσανατολίζω, προσανατολιστεί, προσανατολιστεί η, προσανατολιστείτε, να προσανατολιστείτε
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: orientovat
orientovat antonyma, orientovat gramatika, orientovat křížovka, orientovat pravopis, orientovat se, orientovat jazykový slovník řečtina, orientovat v řečtině
Překlady
- orgán v řečtině - όργανο, κύρος, εξουσία, αυθεντία, σώμα, σώματος, οργανισμό, ...
- orientace v řečtině - προσανατολισμός, προσανατολισμό, προσανατολισμού, τον προσανατολισμό, κατεύθυνση
- originalita v řečtině - πρωτοτυπία, πρωτοτυπίας, την πρωτοτυπία, η πρωτοτυπία, αυθεντικότητα
- originál v řečtině - χαρακτήρας, γνήσιος, πρωτότυπος, πρωτότυπο, αρχική, αρχικό, αρχικής, ...
Náhodná slova
Orientovat v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: προσανατολίζω, προσανατολιστεί, προσανατολιστεί η, προσανατολιστείτε, να προσανατολιστείτε
Překlady: προσανατολίζω, προσανατολιστεί, προσανατολιστεί η, προσανατολιστείτε, να προσανατολιστείτε