Oslabení v řečtině
Překlad: oslabení, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
αποδυνάμωση, εξασθένηση, εξασθένιση, εξασθένησης, εξασθένισης
Jiné jazyky
Příbuzná slova: oslabení
oslabení antonyma, oslabení gramatika, oslabení imunity, oslabení koruny, oslabení koruny 2014, oslabení jazykový slovník řečtina, oslabení v řečtině
Překlady
- osinek v řečtině - αμίαντος, αμίαντο, αμιάντου, τον αμίαντο, αμίαντου
- osiřelý v řečtině - ορφανός, ορφανά, μείνει ορφανά, έμειναν ορφανά, ορφανή, τα ορφανά
- oslabit v řečtině - κατευνάζω, ανακουφίζω, αποδυναμώνω, αποδυναμώνομαι, υγρός, ελαφρύνω, χειροτερεύω, ...
- oslabovat v řečtině - αποδυναμώνομαι, αποδυναμώνω, αποδυναμώνουν, αποδυναμώσει, να αποδυναμώσει, αποδυναμώσουν, εξασθενίσει
Náhodná slova
Oslabení v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: αποδυνάμωση, εξασθένηση, εξασθένιση, εξασθένησης, εξασθένισης
Překlady: αποδυνάμωση, εξασθένηση, εξασθένιση, εξασθένησης, εξασθένισης