Osočit v řečtině
Překlad: osočit, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
δυσφημώ, Καταγγέλλουμε, καταγγείλει, να καταγγείλει, καταγγείλουν, καταγγείλει την
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: osočit
osopit se, osočit antonyma, osočit gramatika, osočit křížovka, osočit pravopis, osočit jazykový slovník řečtina, osočit v řečtině
Překlady
- osolit v řečtině - αλάτι, αλατισμένος, αλατισμένα, αλατισμένο, παστά, αλατισμένα ή
- osový v řečtině - αξονικός, αξονική, αξονικό, αξονικής, αξονικού
- ospalost v řečtině - νύστα, υπνηλία, νωθρότητα, υπνηλίας, η υπνηλία, την υπνηλία
- ospalý v řečtině - νυσταγμένος, μαχμουρλής, υπνηλία, νυσταλέο, υπνηλίας, νυσταλέα
Náhodná slova
Osočit v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: δυσφημώ, Καταγγέλλουμε, καταγγείλει, να καταγγείλει, καταγγείλουν, καταγγείλει την
Překlady: δυσφημώ, Καταγγέλλουμε, καταγγείλει, να καταγγείλει, καταγγείλουν, καταγγείλει την