Ostřit v řečtině
Překlad: ostřit, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
περιστόμιο, δείχνω, επισημαίνω, στίγμα, ακονίζω, ξύνω, αιχμή, άκρη, χείλος, ακονίσετε, ακονίσετε τις, ακονίσει, τονωθεί η ανταγωνιστικότητα
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: ostřit
jak ostřit, kam ostřit, ostřit antonyma, ostřit gramatika, ostřit křížovka, ostřit jazykový slovník řečtina, ostřit v řečtině
Překlady
- ostřelovat v řečtině - κατακλύζω, βομβαρδίζω, κατακλύζομαι, κέλυφος, κοχύλι, κελύφους, περίβλημα, ...
- ostřelování v řečtině - βομβαρδισμός, βομβαρδισμό, βομβαρδισμού, τον βομβαρδισμό, βομβαρδισμούς
- ostří v řečtině - δείχνω, αιχμή, στίγμα, επισημαίνω, περιστόμιο, φίμωτρο, άκρη, ...
- ostříhat v řečtině - κόβω, κοπή, κόψιμο, ψαλιδίζω, κλαδεύω, κουρεύω, κομψός, ...
Náhodná slova
Ostřit v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: περιστόμιο, δείχνω, επισημαίνω, στίγμα, ακονίζω, ξύνω, αιχμή, άκρη, χείλος, ακονίσετε, ακονίσετε τις, ακονίσει, τονωθεί η ανταγωνιστικότητα
Překlady: περιστόμιο, δείχνω, επισημαίνω, στίγμα, ακονίζω, ξύνω, αιχμή, άκρη, χείλος, ακονίσετε, ακονίσετε τις, ακονίσει, τονωθεί η ανταγωνιστικότητα