Otok v řečtině

Překlad: otok, Slovník: čeština » řečtina

Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
φλεγμονή, καρούμπαλο, κύρτωμα, πρήξιμο, όγκος, βώλος, κραδασμός, οίδημα, διόγκωση, διόγκωσης, διογκώσεως
Otok v řečtině
Příbuzná slova
Jiné jazyky

Příbuzná slova: otok

dugi otok, otok antonyma, otok chodidla, otok gramatika, otok kolene, otok jazykový slovník řečtina, otok v řečtině

Překlady

  • otisknout v řečtině - εντυπωσιάζω, τυπώνω, εμπριμέ, Εκτύπωση, εκτύπωσης, print, τυπωμένη ύλη, ...
  • otištění v řečtině - εντύπωση, εκδόσεις, εκδόσεων, εκδοτική, εκδοτικούς, εκδοτικό
  • otop v řečtině - καύσιμα, καυσίμου, καυσίμων, καύσιμο, των καυσίμων
  • otočení v řečtině - στροφή, στρίβω, σειρά, τη σειρά, σειρά του, τη σειρά του
Náhodná slova
Otok v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: φλεγμονή, καρούμπαλο, κύρτωμα, πρήξιμο, όγκος, βώλος, κραδασμός, οίδημα, διόγκωση, διόγκωσης, διογκώσεως