Otravovat v řečtině
Překlad: otravovat, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
παρενοχλώ, μαμούδι, ταλαιπωρία, έννοια, αποπαίρνω, ερεθίζω, ενοχλούμαι, ζουζούνι, ανησυχώ, φασαρία, πειράζω, κόπος, τσουκνίδα, ενοχλώ, ενόχληση, σκοτίζομαι, ενοχλεί, κόπο, τον κόπο
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: otravovat
otravovat anglicky, otravovat antonyma, otravovat gramatika, otravovat křížovka, otravovat nekoho anglicky, otravovat jazykový slovník řečtina, otravovat v řečtině
Překlady
- otrava v řečtině - δηλητηρίαση, δηλητηρίασης, δηλητηριάσεις, δηλητηρίαση από, δηλητηρίασης από
- otravný v řečtině - βαρετός, πληκτικός, ανιαρός, δηλητηριώδης, τοξικός, δηλητηριώδη, δηλητηριώδες, ...
- otrlost v řečtině - κυνισμός, αναισθησία, αναλγησία, αναισθησίας, την αναλγησία, πώρωση
Náhodná slova
Otravovat v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: παρενοχλώ, μαμούδι, ταλαιπωρία, έννοια, αποπαίρνω, ερεθίζω, ενοχλούμαι, ζουζούνι, ανησυχώ, φασαρία, πειράζω, κόπος, τσουκνίδα, ενοχλώ, ενόχληση, σκοτίζομαι, ενοχλεί, κόπο, τον κόπο
Překlady: παρενοχλώ, μαμούδι, ταλαιπωρία, έννοια, αποπαίρνω, ερεθίζω, ενοχλούμαι, ζουζούνι, ανησυχώ, φασαρία, πειράζω, κόπος, τσουκνίδα, ενοχλώ, ενόχληση, σκοτίζομαι, ενοχλεί, κόπο, τον κόπο