Píchat v řečtině
Překlad: píchat, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
τσιμπώ, τρυπώ, κέντημα, τσιτώνω, κεντρίζω, μπηχτή, κεντρί, κεντώ, γαμώ, διάολο, σκατά, δεκάρα, γαμήσι
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: píchat
píchat antonyma, píchat gramatika, píchat křížovka, píchat pravopis, píchat synonymum, píchat jazykový slovník řečtina, píchat v řečtině
Překlady
- péče v řečtině - κράτηση, φιλοτεχνία, φροντίζω, βοήθημα, προσοχή, φύλαξη, κηδεμονία, ...
- píce v řečtině - σιτίζω, τροφοδοτώ, ταΐζω, τροφή, ζωοτροφών, ζωοτροφές, τροφοδοσίας, ...
- píchnout v řečtině - μαχαιρώνω, τσιμπώ, ροζ, κεντρίζω, δάγκωμα, σπρώχνω, κεντρί, ...
- píchnutí v řečtině - τρυπώ, κεντρί, τσιτώνω, κεντρίζω, τσιμπώ, κεντώ, κέντημα, ...
Náhodná slova
Píchat v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: τσιμπώ, τρυπώ, κέντημα, τσιτώνω, κεντρίζω, μπηχτή, κεντρί, κεντώ, γαμώ, διάολο, σκατά, δεκάρα, γαμήσι
Překlady: τσιμπώ, τρυπώ, κέντημα, τσιτώνω, κεντρίζω, μπηχτή, κεντρί, κεντώ, γαμώ, διάολο, σκατά, δεκάρα, γαμήσι