Přetrpět v řečtině
Překlad: přetrpět, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
αντέχω, πάσχω, υπομένω, υποφέρω, παθαίνω, υπομείνουν, υπομείνει, υπομένουν, αντέξει, να αντέξει
Jiné jazyky
Příbuzná slova: přetrpět
přetrpět antonyma, přetrpět gramatika, přetrpět křížovka, přetrpět pravopis, přetrpět synonymum, přetrpět jazykový slovník řečtina, přetrpět v řečtině
Překlady
- přetopit v řečtině - υπερθερμαίνομαι, υπερθέρμανση, υπερθερμανθεί, να υπερθερμανθεί, υπερθερμανθούν, να υπερθερμανθούν
- přetrhnout v řečtině - δάκρυ, θλάση, σκίζω, σχίζω, θραύση, διακοπή, διάσπαση, ...
- přetržení v řečtině - θραύση, θλάση, διακοπή, διάσπαση, διάλειμμα, σπάσιμο
- přetvařovat v řečtině - καμώματα, επιτηδεύομαι, προσποιούμαι, υποκρίνομαι, να υποκρίνομαι, αποσυγκροτούν, αποσυναρμολογεί, ...
Náhodná slova
Přetrpět v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: αντέχω, πάσχω, υπομένω, υποφέρω, παθαίνω, υπομείνουν, υπομείνει, υπομένουν, αντέξει, να αντέξει
Překlady: αντέχω, πάσχω, υπομένω, υποφέρω, παθαίνω, υπομείνουν, υπομείνει, υπομένουν, αντέξει, να αντέξει