Přidržet v řečtině
Překlad: přidržet, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
κρατώ, εξακολουθώ, αμπάρι, κατακρατώ, κρατήστε, κρατήστε πατημένο το, κρατήστε πατημένο, κατέχουν, κατέχει
Jiné jazyky
Příbuzná slova: přidržet
přidržet antonyma, přidržet gramatika, přidržet křížovka, přidržet pravopis, přidržet se, přidržet jazykový slovník řečtina, přidržet v řečtině
Překlady
- přidružený v řečtině - συσχετίζω, συνέταιρος, συνεργάτης, συνεργάτη, συγγενούς, συγγενή, συνδεδεμένη
- přidružit v řečtině - προσχωρώ, ενσωματώνω, προσκτώμαι, συνεργάτης, συνεργάτη, συγγενούς, συγγενή, ...
- přidávat v řečtině - προσθέτω, προσθέστε, προσθέσετε, προσθέτουν, προσθέσει, να προσθέσετε
- přidělení v řečtině - κλήρος, καταμερισμός, κατανομή, κατανομής, χορήγηση, διάθεση, την κατανομή
Náhodná slova
Přidržet v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: κρατώ, εξακολουθώ, αμπάρι, κατακρατώ, κρατήστε, κρατήστε πατημένο το, κρατήστε πατημένο, κατέχουν, κατέχει
Překlady: κρατώ, εξακολουθώ, αμπάρι, κατακρατώ, κρατήστε, κρατήστε πατημένο το, κρατήστε πατημένο, κατέχουν, κατέχει