Připojit v řečtině
Překlad: připojit, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
συσχετίζω, πρόσφυμα, τοποθετώ, συνδέω, κατατάσσομαι, συνορεύω, βάζω, ενώνω, κρίκος, αποδέχομαι, επισυνάπτω, συγχωνεύομαι, σύμμαχος, προσθέτω, εφάπτομαι, συνενώνω, συνδεθείτε, συνδέστε, συνδέσετε, συνδέουν, συνδεθεί
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: připojit
hamachi, jak připojit internet, jak připojit router, jak připojit wifi, připojit android k pc, připojit jazykový slovník řečtina, připojit v řečtině
Překlady
- připojení v řečtině - σύνδεση, σύνδεσης, σχέση, Connection, σύνδεση στο
- připojený v řečtině - συνεργός, συμπλήρωμα, αναπληρωτής, συνημμένο, επισυνάπτεται, συνημμένη, που επισυνάπτεται, ...
- připomenout v řečtině - θυμάμαι, αναφέρω, αναφορά, υπενθυμίζω, θυμίζω, υπενθυμίσω, υπενθυμίσει, ...
- připomínat v řečtině - υπενθυμίζω, θυμίζω, υπενθυμίσω, υπενθυμίσει, θυμίζουν
Náhodná slova
Připojit v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: συσχετίζω, πρόσφυμα, τοποθετώ, συνδέω, κατατάσσομαι, συνορεύω, βάζω, ενώνω, κρίκος, αποδέχομαι, επισυνάπτω, συγχωνεύομαι, σύμμαχος, προσθέτω, εφάπτομαι, συνενώνω, συνδεθείτε, συνδέστε, συνδέσετε, συνδέουν, συνδεθεί
Překlady: συσχετίζω, πρόσφυμα, τοποθετώ, συνδέω, κατατάσσομαι, συνορεύω, βάζω, ενώνω, κρίκος, αποδέχομαι, επισυνάπτω, συγχωνεύομαι, σύμμαχος, προσθέτω, εφάπτομαι, συνενώνω, συνδεθείτε, συνδέστε, συνδέσετε, συνδέουν, συνδεθεί