Přizpůsobivost v řečtině
Překlad: přizpůsobivost, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
ευκαμψία, ευλυγισία, ικανότητα προσαρμογής, προσαρμοστικότητα, προσαρμοστικότητας, της προσαρμοστικότητας, προσαρμογής
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: přizpůsobivost
cenová přizpůsobivost, ekologická přizpůsobivost, přizpůsobivost antonyma, přizpůsobivost gramatika, přizpůsobivost křížovka, přizpůsobivost jazykový slovník řečtina, přizpůsobivost v řečtině
Překlady
- přizpůsobení v řečtině - αφομοίωση, διασκευή, προσαρμογή, απορρόφηση, κατάλυμα, στέγαση, καταλύματα, ...
- přizpůsobit v řečtině - πλαισιώνω, σώμα, ρυθμίζω, εξομοιώνω, σκελετός, κοστούμι, αναπροσαρμόζομαι, ...
- přizpůsobivý v řečtině - ευλύγιστος, ανθεκτικός, προσαρμόσιμος, προσαρμόσιμο, προσαρμόσιμη, προσαρμόσιμες, ευπροσάρμοστο
- přizpůsobovat v řečtině - στεγάζω, προσαρμόζω, εξυπηρετώ, διασκευάζω, προσαρμοστούν, προσαρμόσει, προσαρμόζει, ...
Náhodná slova
Přizpůsobivost v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: ευκαμψία, ευλυγισία, ικανότητα προσαρμογής, προσαρμοστικότητα, προσαρμοστικότητας, της προσαρμοστικότητας, προσαρμογής
Překlady: ευκαμψία, ευλυγισία, ικανότητα προσαρμογής, προσαρμοστικότητα, προσαρμοστικότητας, της προσαρμοστικότητας, προσαρμογής