Peň v řečtině
Překlad: peň, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
απόθεμα, στείρα, σεντούκι, μίσχος, προβοσκίδα, μπαούλο, στέλεχος, παρακρατώ, κορμός δέντρου, Bole, κορμό, βώλος, κορμός
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: peň
peň anglicky, peň antonyma, peň geologie, peň gramatika, peň hovorovo, peň jazykový slovník řečtina, peň v řečtině
Překlady
- pečlivý v řečtině - κοπιαστικός, προσεκτικός, φιλόπονος, εργατικός, σχολαστικός, επιμελής, επερχόμενο, ...
- pečínka v řečtině - καβουρδίζω, ψήνω, καβουρντίζω, ψητό, roast, τηγάνισμα, για τηγάνισμα, ...
- peřina v řečtině - πάπλωμα, φτερωτός
- peří v řečtině - φτέρωμα, φτερό, λοφίο, φτερά, φτερών, πουπουλένια, από φτερά
Náhodná slova
Peň v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: απόθεμα, στείρα, σεντούκι, μίσχος, προβοσκίδα, μπαούλο, στέλεχος, παρακρατώ, κορμός δέντρου, Bole, κορμό, βώλος, κορμός
Překlady: απόθεμα, στείρα, σεντούκι, μίσχος, προβοσκίδα, μπαούλο, στέλεχος, παρακρατώ, κορμός δέντρου, Bole, κορμό, βώλος, κορμός