Plánovat v řečtině
Překlad: plánovat, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
σχέδιο, σχεδιάζω, πρόγραμμα, προτείνω, σχεδιασμός, προγραμματίζω, σχεδίου, προγράμματος, το σχέδιο
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: plánovat
naplánovat cestu, naplánovat cestu autem, plánovat antonyma, plánovat cestu autem, plánovat cyklotrasu, plánovat jazykový slovník řečtina, plánovat v řečtině
Překlady
- plácnutí v řečtině - χαστουκίζω, χαστούκι, καρπαζιά, φτεροκοπώ, ραπίζω, σκαμπίλι, φάπα, ...
- plán v řečtině - προβάλλω, πρόθεση, προαίρεση, σχέδιο, προγραμματίζω, σκοπός, πρόγραμμα, ...
- plánovač v řečtině - σχεδιαστής, Planner, σχεδιασμό, το σχεδιασμό, σχεδιαστή
- plánovitý v řečtině - συστηματικός, συστηματική, συστηματικές, συστηματικής
Náhodná slova
Plánovat v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: σχέδιο, σχεδιάζω, πρόγραμμα, προτείνω, σχεδιασμός, προγραμματίζω, σχεδίου, προγράμματος, το σχέδιο
Překlady: σχέδιο, σχεδιάζω, πρόγραμμα, προτείνω, σχεδιασμός, προγραμματίζω, σχεδίου, προγράμματος, το σχέδιο