Pneumatika v řečtině
Překlad: pneumatika, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
κουράζω, λάστιχο, εξαντλώ, ρόδα, ελαστικών, ελαστικού, ελαστικό
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: pneumatika
pneumatika antonyma, pneumatika dot, pneumatika festo, pneumatika gramatika, pneumatika křížovka, pneumatika jazykový slovník řečtina, pneumatika v řečtině
Překlady
- plýtvání v řečtině - σπατάλη, σπαταλώ, λύμα, απόβλητα, αποβλήτων, των αποβλήτων, απορριμμάτων, ...
- pneumatický v řečtině - πνευματικός, πεπιεσμένου αέρα, πνευματικό, πνευματικού, πεπιεσμένου
- pnutí v řečtině - ένταση, άγχος, τονίζω, διηθώ, στρες, τεντώνω, στραμπουλίζω, ...
- po v řečtině - πάνω, εναντίον, για, μετά, σε, τελείωσε, κατά, ...
Náhodná slova
Pneumatika v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: κουράζω, λάστιχο, εξαντλώ, ρόδα, ελαστικών, ελαστικού, ελαστικό
Překlady: κουράζω, λάστιχο, εξαντλώ, ρόδα, ελαστικών, ελαστικού, ελαστικό