Pochlebovat v řečtině
Překlad: pochlebovat, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
κολακεύω, κολακεύει, κολακεύουν, πιο επίπεδη, επίπεδη, πιο επίπεδο
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: pochlebovat
pochlebovat antonyma, pochlebovat gramatika, pochlebovat křížovka, pochlebovat pravopis, pochlebovat sa, pochlebovat jazykový slovník řečtina, pochlebovat v řečtině
Překlady
- pocení v řečtině - ιδρώτας, εφίδρωση, ιδρώτα, εφίδρωσης, την εφίδρωση
- pochlebník v řečtině - κόλακας, συκοφάντης, συκοφάντη, ο συκοφάντης, χαμερπής κόλαξ
- pochlebovač v řečtině - χρηματιστής, μεροκαματιάρης, jobber, εργάτης με το κομμάτι, μεσίτης
- pochlebování v řečtině - γαλιφιά, κολακεύω, κολακεία, κολακείας, κολακείες, την κολακεία, η κολακεία
Náhodná slova
Pochlebovat v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: κολακεύω, κολακεύει, κολακεύουν, πιο επίπεδη, επίπεδη, πιο επίπεδο
Překlady: κολακεύω, κολακεύει, κολακεύουν, πιο επίπεδη, επίπεδη, πιο επίπεδο