Podílet v řečtině
Překlad: podílet, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
μοιράζομαι, κλήρος, μοιράζω, συμμετέχω, συμμετέχουν, συμμετάσχουν, συμμετέχει, συμμετάσχει
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: podílet
podílet antonyma, podílet gramatika, podílet křížovka, podílet pravopis, podílet se na, podílet jazykový slovník řečtina, podílet v řečtině
Překlady
- podélný v řečtině - μακρόστενο, επιμήκης, διαμήκη, διαμήκης, διαμήκεις, επιμήκη, κατά μήκος
- podíl v řečtině - επιτόκιο, μερίδα, εξάρτημα, ενδιαφέρον, μερίδιο, αναλογία, μοιράζω, ...
- podílnictví v řečtině - συνεταιρισμός
- podílník v řečtině - μέτοχος, συμμέτοχος, σύντροφος, ταίρι, συμμεριζόμενος, σύστημα επιμερισμού, σύστημα επιμερισμού της, ...
Náhodná slova
Podílet v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: μοιράζομαι, κλήρος, μοιράζω, συμμετέχω, συμμετέχουν, συμμετάσχουν, συμμετέχει, συμμετάσχει
Překlady: μοιράζομαι, κλήρος, μοιράζω, συμμετέχω, συμμετέχουν, συμμετάσχουν, συμμετέχει, συμμετάσχει