Podléhat v řečtině
Překlad: podléhat, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
υποκύπτω, να υπόκεινται σε, να υπόκειται σε, υπόκεινται σε, υπόκειται σε, υπόκειται στην
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: podléhat
podléhat antonyma, podléhat gramatika, podléhat křížovka, podléhat pravopis, podléhat synonymum, podléhat jazykový slovník řečtina, podléhat v řečtině
Překlady
- podložit v řečtině - συμπαράσταση, στήριγμα, υποστήριγμα, βοήθεια, υπόστρωμα, υποστρώματος
- podložka v řečtině - χαλάκι, ροδέλα, μαξιλάρι, πλυντήριο, πλύσης, πιάτων, εκτοξευτήρα ύδατος
- podlézat v řečtině - υποτάσσομαι, γλείφω, κυλιόμαι, κυλίω, truckle
- podlézavý v řečtině - fawning
Náhodná slova
Podléhat v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: υποκύπτω, να υπόκεινται σε, να υπόκειται σε, υπόκεινται σε, υπόκειται σε, υπόκειται στην
Překlady: υποκύπτω, να υπόκεινται σε, να υπόκειται σε, υπόκεινται σε, υπόκειται σε, υπόκειται στην