Podporovat v řečtině
Překlad: podporovat, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
συντηρώ, διατηρώ, βοήθημα, υποστηρίζω, παραπέρα, προχωρώ, προκαταβάλλω, προσφέρω, σηκώνω, υψώνω, επιδοκιμάζω, προάγω, βοήθεια, επικουρία, μακρύτερος, υποβοηθώ, υποστήριξη, στήριξη, στήριξης, υποστήριξης, την υποστήριξη
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: podporovat
financne podporovat, podporovat abz, podporovat anglicky, podporovat antonyma, podporovat antonymum, podporovat jazykový slovník řečtina, podporovat v řečtině
Překlady
- podplácet v řečtině - λουφές, ξεμαυλίζω, εκμαυλίζω, διαφθείρω, αλλοιώνω, δωροδοκία, δωροδοκίας, ...
- podpora v řečtině - ωφέλεια, επωφελούμαι, υποστήριγμα, επιδοκιμασία, πατρονάρισμα, προστασία, πατερίτσα, ...
- podporovatel v řečtině - οπαδός, υποστηρικτής, προαγωγέα, υποκινητή, προαγωγό, προαγωγού
- podpořit v řečtině - οπισθογραφώ, επιδοκιμάζω, προώθηση, την προώθηση της, την προώθηση, προωθούν, προωθήσουν
Náhodná slova
Podporovat v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: συντηρώ, διατηρώ, βοήθημα, υποστηρίζω, παραπέρα, προχωρώ, προκαταβάλλω, προσφέρω, σηκώνω, υψώνω, επιδοκιμάζω, προάγω, βοήθεια, επικουρία, μακρύτερος, υποβοηθώ, υποστήριξη, στήριξη, στήριξης, υποστήριξης, την υποστήριξη
Překlady: συντηρώ, διατηρώ, βοήθημα, υποστηρίζω, παραπέρα, προχωρώ, προκαταβάλλω, προσφέρω, σηκώνω, υψώνω, επιδοκιμάζω, προάγω, βοήθεια, επικουρία, μακρύτερος, υποβοηθώ, υποστήριξη, στήριξη, στήριξης, υποστήριξης, την υποστήριξη