Pohon v řečtině
Překlad: pohon, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
ώθηση, οδηγώ, αυτοκίνητο, δίσκο, δίσκου, κίνησης, μονάδα
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: pohon
pohon 4x2, pohon 4x4, pohon antonyma, pohon bran, pohon brány, pohon jazykový slovník řečtina, pohon v řečtině
Překlady
- pohodlně v řečtině - εύκολα, αναπαυτικά, άνετα, άνεση, με άνεση, άνετη
- pohodlí v řečtině - άνεση, παρηγορώ, καταπραΰνω, χαρά, άνεσης, την άνεση, ανέσεις, ...
- pohonný v řečtině - οδήγηση, οδήγησης, οδηγήσεως, την οδήγηση, οδηγική
- pohoršení v řečtině - δυσφορία, δυσαρέσκεια, αδίκημα, αδικήματος, παράβαση, παράβασης, αξιόποινη πράξη
Náhodná slova
Pohon v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: ώθηση, οδηγώ, αυτοκίνητο, δίσκο, δίσκου, κίνησης, μονάδα
Překlady: ώθηση, οδηγώ, αυτοκίνητο, δίσκο, δίσκου, κίνησης, μονάδα