Pojít v řečtině
Překlad: pojít, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
λάσπη, δένω, γραβάτα, τσιμέντο, μπετό, διέπουν, διέπει, ρυθμίζουν, διέπουν την, διέπουν τις
Jiné jazyky
Příbuzná slova: pojít
pojit antonyma, pojit gramatika, pojit křížovka, pojit pravopis, pojit se, pojít jazykový slovník řečtina, pojít v řečtině
Překlady
- pojistit v řečtině - εγγυώμαι, διασφαλίζω, ασφαλής, εδραιώνω, ασφαλίζω, ασφαλίσουν, ασφάλιση, ...
- pojistka v řečtině - πολιτική, ασφάλιση, ασφάλισης, ασφαλιστικές, ασφαλιστική, ασφαλιστικών
- pojištění v řečtině - διαβεβαίωση, ασφάλιση, ασφάλεια, σιγουριά, εγγύηση, ασφάλισης, ασφαλιστικές, ...
- pojišťovat v řečtině - ασφαλίσουν, ασφάλιση, ασφαλίσει, ασφαλίζουν, ασφαλίσετε
Náhodná slova
Pojít v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: λάσπη, δένω, γραβάτα, τσιμέντο, μπετό, διέπουν, διέπει, ρυθμίζουν, διέπουν την, διέπουν τις
Překlady: λάσπη, δένω, γραβάτα, τσιμέντο, μπετό, διέπουν, διέπει, ρυθμίζουν, διέπουν την, διέπουν τις