Potvrdit v řečtině
Překlad: potvrdit, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
οπισθογραφώ, υποστηρίζω, αναγνωρίζω, επικυρώνω, επαληθεύω, κύρωση, ένταλμα, επιβεβαιώνω, επιβάλλω, διαπιστώνω, μαρτυρώ, ιδρύω, κυρώνω, καθιερώνω, διαβεβαιώνω, πιστοποιώ, επιβεβαιώσετε, επιβεβαιώσει, επιβεβαιώνουν, επιβεβαιώστε
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: potvrdit
potvrdit anglicky, potvrdit antonyma, potvrdit e-mailovou adresu, potvrdit english, potvrdit gramatika, potvrdit jazykový slovník řečtina, potvrdit v řečtině
Překlady
- potupit v řečtině - οργή, προσβολή, δυσμένεια, προπηλακίζω, ατιμία, ντροπή, dishonor, ...
- potupný v řečtině - επονείδιστος, επαίσχυντος, αισχρός, άτιμος, ατιμωτικό, το ατιμωτικό, επονείδιστο
- potvrzenka v řečtině - παραλαβή, λήψη, απόδειξη, παραλαβής, την παραλαβή, τη λήψη
- potvrzení v řečtině - διαβεβαίωση, μαρτυρία, αναγνώριση, λήψη, απόδειξη, παραλαβή, πιστοποιητικό, ...
Náhodná slova
Potvrdit v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: οπισθογραφώ, υποστηρίζω, αναγνωρίζω, επικυρώνω, επαληθεύω, κύρωση, ένταλμα, επιβεβαιώνω, επιβάλλω, διαπιστώνω, μαρτυρώ, ιδρύω, κυρώνω, καθιερώνω, διαβεβαιώνω, πιστοποιώ, επιβεβαιώσετε, επιβεβαιώσει, επιβεβαιώνουν, επιβεβαιώστε
Překlady: οπισθογραφώ, υποστηρίζω, αναγνωρίζω, επικυρώνω, επαληθεύω, κύρωση, ένταλμα, επιβεβαιώνω, επιβάλλω, διαπιστώνω, μαρτυρώ, ιδρύω, κυρώνω, καθιερώνω, διαβεβαιώνω, πιστοποιώ, επιβεβαιώσετε, επιβεβαιώσει, επιβεβαιώνουν, επιβεβαιώστε