Probíjení v řečtině
Překlad: probíjení, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
διαπεραστικός, Drifting, Περιπλάνηση, Παρασύρονται, αιωρούμενη, παρασύρεται
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: probíjení
kovářské probíjení, probíjení antonyma, probíjení gramatika, probíjení křížovka, probíjení notebooku, probíjení jazykový slovník řečtina, probíjení v řečtině
Překlady
- probádat v řečtině - εξερευνώ, αναζήτηση, έρευνα, διερευνήσει, να διερευνήσει, εξερευνήστε, εξερευνήσουν, ...
- probíjející v řečtině - διαπεραστικός, διάτρηση, τρύπημα, piercing, διάτρησης, τη διάτρηση
- probít v řečtině - μαχαιρώνω, διατρυπώ, διακοπή, διάσπαση, θραύση, διάλειμμα, σπάσιμο
- proběhnout v řečtině - κυκλοφορώ, περνώ, πέρασμα, στενά, τρέχει μέσα, διατρέχουν, τρέχει μέσα από, ...
Náhodná slova
Probíjení v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: διαπεραστικός, Drifting, Περιπλάνηση, Παρασύρονται, αιωρούμενη, παρασύρεται
Překlady: διαπεραστικός, Drifting, Περιπλάνηση, Παρασύρονται, αιωρούμενη, παρασύρεται