Prokazovat v řečtině
Překlad: prokazovat, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
επιχειρηματολογώ, έκθεμα, διαφωνώ, εκθέτω, διαπληκτίζομαι, σόου, προβολή, επίδειξη, θέαμα, δείχνουν
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: prokazovat
prokazovat antonyma, prokazovat gramatika, prokazovat křížovka, prokazovat pravopis, prokazovat slovník, prokazovat jazykový slovník řečtina, prokazovat v řečtině
Překlady
- projímadlo v řečtině - εκκενώνω, καθαρτικό, καθαρτική, υπακτική, καθαρτικές, καθαρτικού
- projít v řečtině - περνώ, πέρασμα, κυκλοφορώ, λήγω, στενά, περάσει, περνούν, ...
- proklamace v řečtině - εξαγγελία, κήρυξη, προκήρυξη, διακήρυξη, ανακήρυξη, διακήρυξης
- prokletí v řečtině - καταδίκη, κόλαση, κολασμός, κατάρα, πληγή, κατάρας, την κατάρα, ...
Náhodná slova
Prokazovat v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: επιχειρηματολογώ, έκθεμα, διαφωνώ, εκθέτω, διαπληκτίζομαι, σόου, προβολή, επίδειξη, θέαμα, δείχνουν
Překlady: επιχειρηματολογώ, έκθεμα, διαφωνώ, εκθέτω, διαπληκτίζομαι, σόου, προβολή, επίδειξη, θέαμα, δείχνουν