Proniknout v řečtině

Překlad: proniknout, Slovník: čeština » řečtina

Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
διαρροή, εισχωρώ, φίλτρο, διαρρέω, διαπερνώ, διηθώ, κρησαρίζω, διεισδύουν, διεισδύσουν, διεισδύσει, διαπεράσει, διαπερνούν
Proniknout v řečtině
Příbuzná slova
Jiné jazyky

Příbuzná slova: proniknout

nejde proniknout, proniknout antonyma, proniknout gramatika, proniknout křížovka, proniknout pravopis, proniknout jazykový slovník řečtina, proniknout v řečtině

Překlady

  • pronikavost v řečtině - οξύνοια, διορατικότητα, οξύτητα, πικάντικη γεύση, πικάντικου, δριμύος, του πικάντικου
  • pronikavý v řečtině - τραχύς, ενδιαφερόμενος, έντονος, αιφνίδιος, διορατικός, πικρός, κοφτερός, ...
  • pronikání v řečtině - διείσδυση, εισχώρηση, εισβολής, εισβολή, διείσδυσης, εισβολέων
  • pronájem v řečtině - ενοικίαση, εκμίσθωση, μίσθωση, μίσθωμα, μίσθωσης, μισθωμάτων, μισθώσεως
Náhodná slova
Proniknout v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: διαρροή, εισχωρώ, φίλτρο, διαρρέω, διαπερνώ, διηθώ, κρησαρίζω, διεισδύουν, διεισδύσουν, διεισδύσει, διαπεράσει, διαπερνούν