Propíchnout v řečtině
Překlad: propíchnout, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
διατρυπώ, γρονθοκοπώ, τρυπώ, κεντώ, τσιτώνω, μαχαιρώνω, κέντημα, παρακέντηση, διάτρηση, παρακέντησης, τρυπήματος, διάτρησης
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: propíchnout
propíchnout aft, propíchnout antonyma, propíchnout gramatika, propíchnout hemeroid, propíchnout ječné zrno, propíchnout jazykový slovník řečtina, propíchnout v řečtině
Překlady
- propuštění v řečtině - χειραφέτηση, εκροή, απολύω, απόλυση, άφεση, δημοσιεύω, κυκλοφορώ, ...
- propíchat v řečtině - διατρυπώ, διάτρητος, τρυπημένα, διαπέρασε, διαπερνάται, διάτρητο
- propíchnutí v řečtině - παρακέντηση, διάτρηση, παρακέντησης, τρυπήματος, διάτρησης
- propůjčení v řečtině - υποτροφία, χορηγώ, επίδομα, επιχορηγώ, παραχώρηση, απονομή, bestowal, ...
Náhodná slova
Propíchnout v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: διατρυπώ, γρονθοκοπώ, τρυπώ, κεντώ, τσιτώνω, μαχαιρώνω, κέντημα, παρακέντηση, διάτρηση, παρακέντησης, τρυπήματος, διάτρησης
Překlady: διατρυπώ, γρονθοκοπώ, τρυπώ, κεντώ, τσιτώνω, μαχαιρώνω, κέντημα, παρακέντηση, διάτρηση, παρακέντησης, τρυπήματος, διάτρησης