Prosakovat v řečtině
Překlad: prosakovat, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
διαρρέω, κυλώ, ματώνω, διαρροή, αιμορραγώ, ίζημα, στάζω, λάσπη, διαρροής, διαρροών, διαρροές, διαφυγής
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: prosakovat
prosakovat antonyma, prosakovat gramatika, prosakovat křížovka, prosakovat pravopis, prosakovat synonymum, prosakovat jazykový slovník řečtina, prosakovat v řečtině
Překlady
- prorokovat v řečtině - προλέγω, προβλέπω, προφητεύω, προφητεύουν, prophesy, προφήτευσε, προφητεύει
- prosadit v řečtině - επιβάλλω, επιβάλουν, επιβάλλουν, επιβολή, την επιβολή, επιβάλει
- prosakování v řečtině - διαρροή, διήθηση, διήθησης, η διαρροή, εισχώρηση
- prosba v řečtině - ικεσία, παρακαλώ, ζητώ, απαιτώ, αίτηση, υπεράσπιση, χρήση, ...
Náhodná slova
Prosakovat v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: διαρρέω, κυλώ, ματώνω, διαρροή, αιμορραγώ, ίζημα, στάζω, λάσπη, διαρροής, διαρροών, διαρροές, διαφυγής
Překlady: διαρρέω, κυλώ, ματώνω, διαρροή, αιμορραγώ, ίζημα, στάζω, λάσπη, διαρροής, διαρροών, διαρροές, διαφυγής