Prospívat v řečtině
Překlad: prospívat, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
κραδαίνω, επιτυγχάνω, ευδοκιμώ, ανθώ, επίδομα, όφελος, ανθίζω, ακμάζω, ευημερώ, επωφελούμαι, ωφέλεια, προκόβω, ευδοκιμούν, ευδοκιμήσουν, αναπτύσσονται, να ευδοκιμήσουν, ευδοκιμήσει
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: prospívat
prospívat antonyma, prospívat gramatika, prospívat křížovka, prospívat po slovensky, prospívat pravopis, prospívat jazykový slovník řečtina, prospívat v řečtině
Překlady
- prosperita v řečtině - ευημερία, ευημερίας, την ευημερία, της ευημερίας, η ευημερία
- prosperovat v řečtině - ευδοκιμώ, ανθώ, κραδαίνω, επιτυγχάνω, ανθίζω, ακμάζω, προκόβω, ...
- prospěch v řečtině - επιτόκιο, ρουσφέτι, επίδομα, προτέρημα, εξυπηρέτηση, όφελος, ωφελώ, ...
- prospěchář v řečtině - καιροσκόπος, οπορτουνιστική, οπορτουνιστικές, οπορτουνιστικών, οπορτουνιστικό
Náhodná slova
Prospívat v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: κραδαίνω, επιτυγχάνω, ευδοκιμώ, ανθώ, επίδομα, όφελος, ανθίζω, ακμάζω, ευημερώ, επωφελούμαι, ωφέλεια, προκόβω, ευδοκιμούν, ευδοκιμήσουν, αναπτύσσονται, να ευδοκιμήσουν, ευδοκιμήσει
Překlady: κραδαίνω, επιτυγχάνω, ευδοκιμώ, ανθώ, επίδομα, όφελος, ανθίζω, ακμάζω, ευημερώ, επωφελούμαι, ωφέλεια, προκόβω, ευδοκιμούν, ευδοκιμήσουν, αναπτύσσονται, να ευδοκιμήσουν, ευδοκιμήσει