Provádět v řečtině
Překlad: provádět, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
διαγωγή, συμπεριφορά, κάνω, ασκώ, παγανίζω, εξασκώ, διεξάγω, επιδιώκω, άσκηση, φέρσιμο, εκτελώ, κάνει, κάνετε, κάνουμε, κάνουν
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: provádět
provádět antonyma, provádět asanaci, provádět gramatika, provádět křížovka, provádět od teď automaticky s podobnými soubory, provádět jazykový slovník řečtina, provádět v řečtině
Překlady
- provzdušnit v řečtině - αερίζω, εξαερίζω, αερισμό, τον αερισμό, αερίστε
- provádění v řečtině - εφαρμογή, εκτέλεση, εφαρμογής, υλοποίηση, την εφαρμογή
- provázek v řečtině - κορδόνι, χορδή, σειρά, συμβολοσειρά, συμβολοσειράς
- provázet v řečtině - παρακολουθώ, συνοδεύω, ακολουθώ, καβαλιέρος, ακολουθία, παραβρίσκομαι, πάνε μαζί, ...
Náhodná slova
Provádět v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: διαγωγή, συμπεριφορά, κάνω, ασκώ, παγανίζω, εξασκώ, διεξάγω, επιδιώκω, άσκηση, φέρσιμο, εκτελώ, κάνει, κάνετε, κάνουμε, κάνουν
Překlady: διαγωγή, συμπεριφορά, κάνω, ασκώ, παγανίζω, εξασκώ, διεξάγω, επιδιώκω, άσκηση, φέρσιμο, εκτελώ, κάνει, κάνετε, κάνουμε, κάνουν