Provinění v řečtině
Překlad: provinění, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
προσβολή, ενοχή, αδίκημα, παράβαση, αδικοπραγία, αδικίες, ατασθαλίες, παρανομίες, αδικοπραξία
Jiné jazyky
Příbuzná slova: provinění
definice provinění, kárné provinění, menší provinění, pocit provinění, pojem provinění, provinění jazykový slovník řečtina, provinění v řečtině
Překlady
- provincie v řečtině - επαρχία, αρμοδιότητα, επαρχίας, Province, Διαμέρισμα, την επαρχία
- provinilec v řečtině - ένοχος, παραβάτης, εγκληματίας, δράστης, παραβάτη, δράστη, αδικών
- provize v řečtině - παραγγελία, εξουσιοδότηση, παραγγέλλω, προμήθεια, επιτροπή, Επιτροπής, προμήθειας, ...
- provizorní v řečtině - προσωρινός, πρόχειρος, πρόσκαιρος, πρόχειρα, αυτοσχέδιο, αυτοσχέδια, πρόχειρη
Náhodná slova
Provinění v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: προσβολή, ενοχή, αδίκημα, παράβαση, αδικοπραγία, αδικίες, ατασθαλίες, παρανομίες, αδικοπραξία
Překlady: προσβολή, ενοχή, αδίκημα, παράβαση, αδικοπραγία, αδικίες, ατασθαλίες, παρανομίες, αδικοπραξία