Provolat v řečtině

Překlad: provolat, Slovník: čeština » řečtina

Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
προκηρύσσω, καταδεικνύω, διαλαλώ, διακηρύξει, διακηρύσσουν, διακηρύξουν, διακηρύξουμε, διακηρύσσει
Provolat v řečtině
Příbuzná slova
Jiné jazyky

Příbuzná slova: provolat

misura privolat, provolat antonyma, provolat gramatika, provolat křížovka, provolat pravopis, provolat jazykový slovník řečtina, provolat v řečtině

Překlady

  • provokace v řečtině - προβοκάτσια, πρόκληση, πρόκλησης, προκλήσεις, την πρόκληση
  • provokovat v řečtině - παρακινώ, προκαλώ, προκαλέσει, προκαλούν, προκαλέσουν, να προκαλέσει, προκαλεί
  • provolávat v řečtině - επευφημώ, επικροτώ, επιδοκιμάζω, διακηρύσσει, προδίδει, προδίδει και, κηρύσσει, ...
  • provoz v řečtině - καθήκον, κυκλοφορία, λειτουργία, σέρβις, εξυπηρέτηση, δοσοληψία, δασμοί, ...
Náhodná slova
Provolat v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: προκηρύσσω, καταδεικνύω, διαλαλώ, διακηρύξει, διακηρύσσουν, διακηρύξουν, διακηρύξουμε, διακηρύσσει